Τι προβλέπουν οι νέες ρυθμίσεις που ισχύουν από 1/1/2013
Με τρεις τρόπους μπορούν τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά να μειώσουν τις δόσεις των δανείων τους και να ελαφρύνουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς τους. Με τους τρόπους αυτούς θα... δοθεί μια ανάσα σε νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν σήμερα οικονομικά προβλήματα λόγω της ύφεσης ώσπου η οικονομία να επανέλθει σε ανοδική τροχιά, επηρεάζοντας θετικά τις αποδοχές μισθωτών, συνταξιούχων και ελεύθερων επαγγελματιών.
Από την 1/1/2013 οι δανειολήπτες ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, θα έχουν να επιλέξουν μεταξύ τριών τύπων αναδιάρθρωσης του χρέους τους:
1. Μείωση της δόσης τους βάσει του νέου καθεστώτος που προωθεί η κυβέρνηση. Τραπεζικές πηγές σημειώνουν ότι η νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης μπορεί να προσφέρει λύσεις σε οικογένειες που έχουν υποστεί σημαντικές μειώσεις στα εισοδήματά τους χωρίς να επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.
2. Χρήση των προγραμμάτων αναχρηματοδότησης των τραπεζών.
3. Προσφυγή στα ειρηνοδικεία, βάσει του νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, οι επισφάλειες στη στεγαστική πίστη θα έχουν ξεπεράσει στο τέλος της φετινής χρονιάς το 25%, με δεδομένο ότι οι καθυστερήσεις αυξάνονται πλέον με ρυθμό 1% σε μηνιαία βάση.
Τα τελευταία επίσημα στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδος αφορούν το τέλος του α' εξαμήνου του 2012 και δείχνουν ότι τα δάνεια από την κατηγορία της στεγαστικής πίστης που δεν εξυπηρετούνται για διάστημα άνω των τριών μηνών έχουν φτάσει το 19,9% ή τα 15 δισ. ευρώ.
Δικαίωμα ένταξης έχουν οι ακόλουθες κατηγορίες νοικοκυριών με στεγαστικό ή ενυπόθηκο καταναλωτικό δάνειο:
Μισθωτοί - συνταξιούχοι - επαγγελματίες με έως δύο εργοδότες (μπλοκάκια): Με εισοδηματικές απώλειες από 1/1/2010 άνω του 35%, με φορολογητέο εισόδημα σήμερα έως 25.000 ευρώ και με προσημειωμένο ακίνητο αντικειμενικής αξίας έως 180.000 ευρώ.
Άνεργοι, ευπαθείς ομάδες: Με προσημειωμένο ακίνητο αντικειμενικής αξίας έως 200.000 ευρώ και χωρίς κανένα άλλο κριτήριο.
Όσοι πληρούν τα παραπάνω κριτήρια, μπορούν να μειώσουν τη δόση τους στο 30% του μηνιαίου εισοδήματος τους για περίοδο τεσσάρων ετών. Αυτό επιτυγχάνεται με την πληρωμή από το δανειολήπτη μόνο των τόκων με σταθερό επιτόκιο 1,50%. Σε κάθε περίπτωση, η δόση δεν μπορεί να ξεπερνά το 30% των μηνιαίων αποδοχών του, ενώ αν ο δανειολήπτης δεν έχει εισοδήματα, αναστέλλεται η πληρωμή της δόσης. Μετά την τετραετή περίοδο χάριτος, επανέρχονται οι αρχικοί όροι του δανείου. Με τη ρύθμιση αυτή παρέχεται σημαντική ανακούφιση στους δανειολήπτες, οι οποίοι για ένα εύλογο χρονικό διάστημα καταβάλλουν πολύ χαμηλή δόση. Μετά το πέρας της περιόδου χάριτος η μηνιαία δόση επανέρχεται στα προ της ρύθμισης επίπεδα, καθώς οι όροι του δανείου παραμένουν οι ίδιοι, ενώ αυξάνεται έως και τέσσερα έτη η εναπομένουσα διάρκεια εξόφλησης.
Αναχρηματοδότηση
Όσοι δανειολήπτες δεν πληρούν τα κριτήρια υπαγωγής στη νέα ρύθμιση, δηλαδή μπορεί να μην έχουν τόσο μεγάλες απώλειες στις αποδοχές τους ή το εισόδημά τους είναι υψηλότερο των 25.000 ευρώ ή η αντικειμενική αξία του ακινήτου τους είναι μεγαλύτερη των ορίων που θα τεθούν, θα μπορούν να ρυθμίζουν το δάνειο τους με τα προσωποποιημένα προγράμματα αναχρηματοδότησης των τραπεζών. Ήδη από τις αρχές του 2010 τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν προχωρήσει σε μεγάλο αριθμό ρυθμίσεων σε οφειλέτες που αντιμετώπιζαν δυσχέρειες στην εξυπηρέτηση των δανείων τους.
Σε γενικές γραμμές, η μείωση των δόσεων επιτυγχάνεται με την παροχή μιας περιόδου χάριτος, κατά τη διάρκεια της οποίας ο δανειολήπτης καταβάλλει μόνο τους τόκους ή ενδεχομένως και ένα μέρος του κεφαλαίου. Συνήθως, σε αυτές τις περιπτώσεις η τράπεζα επανελέγχει την κατάσταση του δανειολήπτη ύστερα από έναν χρόνο.
Πιο μόνιμες λύσεις επιτυγχάνονται με την αύξηση του χρόνου αποπληρωμής, που επιτρέπει τη μείωση της δόσης. Στις περιπτώσεις καταναλωτικών δανείων, η μηνιαία καταβολή μπορεί να υποχωρήσει αισθητά, εφόσον ο δανειολήπτης δεχθεί να παράσχει εξασφαλίσεις στην τράπεζα. Με τον τρόπο αυτόν είναι δυνατή η σημαντική μείωση του επιτοκίου, καθώς και η ταυτόχρονη αύξηση της περιόδου αποπληρωμής.
Κούρεμα μέσω Ειρηνοδικείου
Στη δικαιοσύνη μπορούν να προσφύγουν για τη ρύθμιση των χρεών τους, κάνοντας χρήση των διατάξεων του νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά όσοι έχουν μοναδικό περιουσιακό στοιχείο την πρώτη κατοικία τους και τα εισοδήματά τους είναι πάρα πολύ χαμηλά σε σχέση με το χρέος τους και το κόστος εξυπηρέτησής τους. Ο δανειολήπτης, εφόσον δεν καταφέρει να πετύχει διακανονισμό με την τράπεζα, μπορεί να υποβάλει στο Ειρηνοδικείο αίτηση, στην οποία θα πρέπει να αναφέρει την οικογενειακή κατάσταση περιουσίας και εισοδημάτων, τις απαιτήσεις των τραπεζών και ένα σχέδιο διευθέτησης οφειλών. Αν η υπόθεση φθάσει στις αίθουσες των δικαστηρίων, η ρύθμιση του χρέους γίνεται μετά τον έλεγχο όλων των στοιχείων και εφόσον ο ειρηνοδίκης κρίνει ότι δεν επαρκούν τα περιουσιακά στοιχεία και τα εισοδήματα του οφειλέτη για την αποπληρωμή του. Στις περιπτώσεις στεγαστικών δανείων, το δικαστήριο μπορεί να διαγράψει μέρος του χρέους και να δώσει τη δυνατότητα εξόφλησης του υπολοίπου, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει το 85% της εμπορικής αξίας της πρώτης κατοικίας, σε διάστημα έως και 20 έτη, με χαμηλό επιτόκιο. Δυνατή είναι επίσης η παροχή περιόδου χάριτος μέχρι και τεσσάρων ετών. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει περιουσία, το ύψος των μηνιαίων καταβολών καθορίζεται από το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τα εισοδήματα του οφειλέτη και τις βιοτικές ανάγκες του ιδίου και των προστατευόμενων μελών του. Σε αυτές τις περιπτώσεις, εφόσον παρέλθουν τα τέσσερα έτη και έχει τηρήσει ο οφειλέτης τις υποχρεώσεις του, επέρχεται απαλλαγή από το υπόλοιπο των χρεών.
ΒΡΑΔΥΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 13/01/2013
Με τρεις τρόπους μπορούν τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά να μειώσουν τις δόσεις των δανείων τους και να ελαφρύνουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς τους. Με τους τρόπους αυτούς θα... δοθεί μια ανάσα σε νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν σήμερα οικονομικά προβλήματα λόγω της ύφεσης ώσπου η οικονομία να επανέλθει σε ανοδική τροχιά, επηρεάζοντας θετικά τις αποδοχές μισθωτών, συνταξιούχων και ελεύθερων επαγγελματιών.
Από την 1/1/2013 οι δανειολήπτες ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, θα έχουν να επιλέξουν μεταξύ τριών τύπων αναδιάρθρωσης του χρέους τους:
1. Μείωση της δόσης τους βάσει του νέου καθεστώτος που προωθεί η κυβέρνηση. Τραπεζικές πηγές σημειώνουν ότι η νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης μπορεί να προσφέρει λύσεις σε οικογένειες που έχουν υποστεί σημαντικές μειώσεις στα εισοδήματά τους χωρίς να επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.
2. Χρήση των προγραμμάτων αναχρηματοδότησης των τραπεζών.
3. Προσφυγή στα ειρηνοδικεία, βάσει του νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, οι επισφάλειες στη στεγαστική πίστη θα έχουν ξεπεράσει στο τέλος της φετινής χρονιάς το 25%, με δεδομένο ότι οι καθυστερήσεις αυξάνονται πλέον με ρυθμό 1% σε μηνιαία βάση.
Τα τελευταία επίσημα στοιχεία από την Τράπεζα της Ελλάδος αφορούν το τέλος του α' εξαμήνου του 2012 και δείχνουν ότι τα δάνεια από την κατηγορία της στεγαστικής πίστης που δεν εξυπηρετούνται για διάστημα άνω των τριών μηνών έχουν φτάσει το 19,9% ή τα 15 δισ. ευρώ.
Δικαίωμα ένταξης έχουν οι ακόλουθες κατηγορίες νοικοκυριών με στεγαστικό ή ενυπόθηκο καταναλωτικό δάνειο:
Μισθωτοί - συνταξιούχοι - επαγγελματίες με έως δύο εργοδότες (μπλοκάκια): Με εισοδηματικές απώλειες από 1/1/2010 άνω του 35%, με φορολογητέο εισόδημα σήμερα έως 25.000 ευρώ και με προσημειωμένο ακίνητο αντικειμενικής αξίας έως 180.000 ευρώ.
Άνεργοι, ευπαθείς ομάδες: Με προσημειωμένο ακίνητο αντικειμενικής αξίας έως 200.000 ευρώ και χωρίς κανένα άλλο κριτήριο.
Όσοι πληρούν τα παραπάνω κριτήρια, μπορούν να μειώσουν τη δόση τους στο 30% του μηνιαίου εισοδήματος τους για περίοδο τεσσάρων ετών. Αυτό επιτυγχάνεται με την πληρωμή από το δανειολήπτη μόνο των τόκων με σταθερό επιτόκιο 1,50%. Σε κάθε περίπτωση, η δόση δεν μπορεί να ξεπερνά το 30% των μηνιαίων αποδοχών του, ενώ αν ο δανειολήπτης δεν έχει εισοδήματα, αναστέλλεται η πληρωμή της δόσης. Μετά την τετραετή περίοδο χάριτος, επανέρχονται οι αρχικοί όροι του δανείου. Με τη ρύθμιση αυτή παρέχεται σημαντική ανακούφιση στους δανειολήπτες, οι οποίοι για ένα εύλογο χρονικό διάστημα καταβάλλουν πολύ χαμηλή δόση. Μετά το πέρας της περιόδου χάριτος η μηνιαία δόση επανέρχεται στα προ της ρύθμισης επίπεδα, καθώς οι όροι του δανείου παραμένουν οι ίδιοι, ενώ αυξάνεται έως και τέσσερα έτη η εναπομένουσα διάρκεια εξόφλησης.
Αναχρηματοδότηση
Όσοι δανειολήπτες δεν πληρούν τα κριτήρια υπαγωγής στη νέα ρύθμιση, δηλαδή μπορεί να μην έχουν τόσο μεγάλες απώλειες στις αποδοχές τους ή το εισόδημά τους είναι υψηλότερο των 25.000 ευρώ ή η αντικειμενική αξία του ακινήτου τους είναι μεγαλύτερη των ορίων που θα τεθούν, θα μπορούν να ρυθμίζουν το δάνειο τους με τα προσωποποιημένα προγράμματα αναχρηματοδότησης των τραπεζών. Ήδη από τις αρχές του 2010 τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν προχωρήσει σε μεγάλο αριθμό ρυθμίσεων σε οφειλέτες που αντιμετώπιζαν δυσχέρειες στην εξυπηρέτηση των δανείων τους.
Σε γενικές γραμμές, η μείωση των δόσεων επιτυγχάνεται με την παροχή μιας περιόδου χάριτος, κατά τη διάρκεια της οποίας ο δανειολήπτης καταβάλλει μόνο τους τόκους ή ενδεχομένως και ένα μέρος του κεφαλαίου. Συνήθως, σε αυτές τις περιπτώσεις η τράπεζα επανελέγχει την κατάσταση του δανειολήπτη ύστερα από έναν χρόνο.
Πιο μόνιμες λύσεις επιτυγχάνονται με την αύξηση του χρόνου αποπληρωμής, που επιτρέπει τη μείωση της δόσης. Στις περιπτώσεις καταναλωτικών δανείων, η μηνιαία καταβολή μπορεί να υποχωρήσει αισθητά, εφόσον ο δανειολήπτης δεχθεί να παράσχει εξασφαλίσεις στην τράπεζα. Με τον τρόπο αυτόν είναι δυνατή η σημαντική μείωση του επιτοκίου, καθώς και η ταυτόχρονη αύξηση της περιόδου αποπληρωμής.
Κούρεμα μέσω Ειρηνοδικείου
Στη δικαιοσύνη μπορούν να προσφύγουν για τη ρύθμιση των χρεών τους, κάνοντας χρήση των διατάξεων του νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά όσοι έχουν μοναδικό περιουσιακό στοιχείο την πρώτη κατοικία τους και τα εισοδήματά τους είναι πάρα πολύ χαμηλά σε σχέση με το χρέος τους και το κόστος εξυπηρέτησής τους. Ο δανειολήπτης, εφόσον δεν καταφέρει να πετύχει διακανονισμό με την τράπεζα, μπορεί να υποβάλει στο Ειρηνοδικείο αίτηση, στην οποία θα πρέπει να αναφέρει την οικογενειακή κατάσταση περιουσίας και εισοδημάτων, τις απαιτήσεις των τραπεζών και ένα σχέδιο διευθέτησης οφειλών. Αν η υπόθεση φθάσει στις αίθουσες των δικαστηρίων, η ρύθμιση του χρέους γίνεται μετά τον έλεγχο όλων των στοιχείων και εφόσον ο ειρηνοδίκης κρίνει ότι δεν επαρκούν τα περιουσιακά στοιχεία και τα εισοδήματα του οφειλέτη για την αποπληρωμή του. Στις περιπτώσεις στεγαστικών δανείων, το δικαστήριο μπορεί να διαγράψει μέρος του χρέους και να δώσει τη δυνατότητα εξόφλησης του υπολοίπου, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει το 85% της εμπορικής αξίας της πρώτης κατοικίας, σε διάστημα έως και 20 έτη, με χαμηλό επιτόκιο. Δυνατή είναι επίσης η παροχή περιόδου χάριτος μέχρι και τεσσάρων ετών. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει περιουσία, το ύψος των μηνιαίων καταβολών καθορίζεται από το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τα εισοδήματα του οφειλέτη και τις βιοτικές ανάγκες του ιδίου και των προστατευόμενων μελών του. Σε αυτές τις περιπτώσεις, εφόσον παρέλθουν τα τέσσερα έτη και έχει τηρήσει ο οφειλέτης τις υποχρεώσεις του, επέρχεται απαλλαγή από το υπόλοιπο των χρεών.
ΒΡΑΔΥΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 13/01/2013
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε εδώ το σχόλιο σας...